Jump to content
gthomasandros

Η ξηρασία: Ένα επικίνδυνο ακραίο κλιματικό φαινόμενο με ιδιαιτερότητες στη διαχείρισή του

Προτεινόμενες αναρτήσεις

Το άρθρο αναδημοσιεύεται από το ενημερωτικό περιοδικό του ΕΘΙΑΓΕ (ΕΘΙΑΓΕ – Τριμηνιαία Έκδοση του Εθνικού Ιδρύματος Αγροτικής Έρευνας, Τεύχος 24, Απρίλιος-Ιούνιος 2006, σελ. 10-13).

Δρ Γεώργιος Μπαλούτσος, Αναπληρωτής Ερευνητής
Αθανάσιος Μπουρλέτσικας, Msc, Δασολόγος-Υδρολόγος
Δρ Βασιλική Γκούμα, Δασολόγος-Μετεωρολόγος
Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων & Τεχνολογίας Δασικών Προϊόντων Αθηνών

sxedio.gif
Ανορθόδοξος και αναποτελεσματικός τρόπος διαχείρισης της ξηρασίας

Οι τελευταίες μεγάλες ξηρασίες που έπληξαν τη χώρα μας εκδηλώθηκαν τη διετία 1989-1990 καθώς και το 2000 και είχαν τεράστιες οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Στη συνέχεια, από το 2001 μέχρι σήμερα, διανύουμε μία περίοδο υγρών σχετικά ετών με αποκορύφωμα το έτος 2002 όταν το ύψος βροχής του σε πολλές περιοχές ήταν πολύ μεγαλύτερο από τον αντίστοιχο υπερετήσιο μέσο όρο.

Εξαιτίας των βροχερών αυτών ετών έχουμε σήμερα στην Ελλάδα μία περίσσεια υδατικών πόρων και ως πρώτη είδηση στα ΜΜΕ είναι συχνά τα προβλήματα από πλημμύρες, χωρίς να γίνεται καμία αναφορά στη βέβαια επανεμφάνιση ξηρασίας και συνεπώς στην ανάγκη λήψης μέτρων για την ορθολογική διαχείριση του κινδύνου εκδήλωσης αυτού του φαινομένου. Όμως δε δικαιολογείται κανένας εφησυχασμός από την παροδική απουσία των ξηρασιών στη χώρα μας. Έτσι η υπενθύμιση του “λανθάνοντος” κινδύνου από ξηρασίες στους αρμόδιους πολιτικούς μας, στους αρμόδιους φορείς της πολιτείας και στους πολίτες γενικότερα που πληρώνουν το κόστος των επιπτώσεών τους, θεωρείται αναγκαία και επιβεβλημένη. Για τους λόγους αυτούς, στο άρθρο γίνεται μια περιληπτική αναφορά στα χαρακτηριστικά και στις ιδιαιτερότητες της ξηρασίας που την καθιστούν ένα πολύ επικίνδυνο κλιματικό φαινόμενο, στον ορισμό και στα αίτια εκδήλωσής της, στις ξηρασίες του παρελθόντος στη χώρα μας και στην ανάγκη λήψης των απαραίτητων μέτρων για τη διαχείριση πρωτίστως του κινδύνου εμφάνισης ξηρασίας (Risk management) και όχι για τη διαχείριση αυτής μετά την εκδήλωση και την επικράτηση των δυσμενών της επιπτώσεων (Crisis management).
     
Χαρακτηριστικά γνωρίσματα και ιδιαιτερότητες των ξηρασιών

Οι ξηρασίες κατατάσσονται – ως γνωστό – στα ακραία κλιματικά φαινόμενα ενός τόπου και καταλαμβάνουν το ένα άκρο της διακύμανσης της βροχής του σε διάφορες χρονικές κλίμακες. Παραστατικότερα, οι ξηρασίες βρίσκονται στο ένα άκρο μιας «τραμπάλας» και οι πλημμύρες στο άλλο. Επομένως εκδηλώνονται έντονα σε διάφορες περιοχές του πλανήτη μας όταν σε άλλες περιοχές του εκδηλώνονται πλημμύρες. Η εμφάνιση βέβαια του «διπόλου» ξηρασιών – πλημμυρών σε ετήσια ή σε διαφορετική χρονική κλίμακα είναι αναμενόμενη και φυσιολογική, αφού η εκδήλωση ισχυρών βροχοπτώσεων σε μία περιοχή συνεπάγεται την εκδήλωση ξηρασιών σε κάποιες άλλες περιοχές. Κατά συνέπεια, κανένα έτος δεν μπορεί να είναι πολύ υγρό ή πολύ ξηρό για εκτεταμένες περιοχές, αφού η ποσότητα νερού που εξατμίζεται και πέφτει με περίσσεια σε ορισμένες περιοχές σπανίζει σε άλλες.

Επισημαίνεται ακόμα πως η επικράτηση μιας ξηρασίας διαφέρει σημαντικά από εκείνη των πλημμυρών, αφού οι δεύτερες συνοδεύονται συνήθως από αστραπές, βροντές και μεγάλο όγκο νερού και εκδηλώνονται σε βραχύ σχετικά χρονικό διάστημα. Αντίθετα η ξηρασία εμφανίζεται και επεκτείνεται βαθμιαία και «ύπουλα» και δίνει την εντύπωση μη ύπαρξης ενός συγκεκριμένου συμβάντος. Ακόμα η ξηρασία χαρακτηρίζεται ως κινητήριος δύναμη που έχει μόνο συνέπειες και ως σχετική και όχι απόλυτη έννοια. Όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά καθιστούν την ξηρασία ένα πολύ επικίνδυνο ακραίο κλιματικό φαινόμενο. Τονίζεται ακόμα πως η ξηρασία δε θα πρέπει να συγχέεται με την ξηρότητα του κλίματος μιας περιοχής, η οποία είναι μία μόνιμη κατάσταση αυτού με πολύ λίγες ετήσιες βροχοπτώσεις που καθορίζονται από τις κανονικές κατευθύνσεις των αερίων μαζών σε ευρεία πλανητική κλίμακα. Για παράδειγμα η Σαχάρα υποφέρει από ξηρότητα του κλίματος και όχι από ξηρασία.
     
Ορισμοί της ξηρασίας

Οι δυσκολίες καθορισμού της έννοιας  «ξηρασία» είναι ένας ακόμα λόγος που δυσκολεύει την ορθολογική της διαχείριση. Όμως, παρά τις προσπάθειες που έγιναν για την αποδοχή ενός κοινού ορισμού, οι ειδικοί δεν κατέληξαν σε συμφωνία. Έτσι σήμερα υπάρχουν πολλοί ορισμοί για τη συγκεκριμένη έννοια. Αυτό οφείλεται στο γεγονός πως η ξηρασία ξεκινά πάντοτε από έλλειψη ατμοσφαιρικών κατακρημνισμάτων, ενώ η έλλειψη υγρασίας του εδάφους, η μείωση της απορροής των υδατορευμάτων, η πτώση της στάθμης των λιμνών και ταμιευτήρων, των υπόγειων νερών κλπ., έπονται του χρόνου μείωσης των κατακρημνισμάτων.

Είναι επίσης γνωστό πως τα κατακρημνίσματα μελετώνται από τεχνικούς διαφόρων ειδικοτήτων και η μείωσή τους επηρεάζει την ύδρευση, την άρδευση, τη βιομηχανία, την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, το περιβάλλον κ.λπ. Για τους λόγους αυτούς έχουν δοθεί διάφοροι ορισμοί της ξηρασίας που αναφέρονται στην έλλειψη νερού ορισμένης μορφής και ο κάθε ορισμός εξυπηρετεί το συγκεκριμένο σκοπό του τεχνικού που μελετά την ξηρασία.

Σύμφωνα με τα παραπάνω, οι πιο γνωστοί ορισμοί της ξηρασίας είναι:

 Μετεωρολογική ξηρασία: Είναι η μείωση των ατμοσφαιρικών κατακρημνισμάτων μιας περιοχής σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο σημαντικά κάτω από το μέσο όρο της, ή κάτω από μία κρίσιμη τιμή που καθορίζει την έναρξη της ξηρασίας.

 Γεωργική (αγροτική) ξηρασία: Είναι η μείωση της υγρασίας του εδάφους σε τέτοιο βαθμό ώστε η γεωργική παραγωγή να μειώνεται σημαντικά ή η μείωση της υγρασίας του εδάφους περισσότερο από την εξατμισοδιαπνοή κατά την κρίσιμη περίοδο ανάπτυξης των φυτών.

 Υδρολογική ξηρασία: Είναι η έλλειψη όχι μόνο ατμοσφαιρικών κατακρημνισμάτων, αλλά επιφανειακής και υπόγειας απορροής.

 Κοινωνικο-οικονομική ξηρασία: Ορίζεται ως η αρνητική τιμή της διαφοράς κάθε μορφής προσφοράς και ζήτησης νερού.

Που οφείλονται οι ξηρασίες;

Βασική αιτία εκδήλωσης μιας ξηρασίας – καθώς και των υπολοίπων ακραίων καιρικών και κλιματικών φαινομένων – είναι η φυσική διακύμανση του κλίματος ενός τόπου. Ο όρος αυτός φανερώνει το «κληρονομικό» γνώρισμα του κλίματος να παρουσιάζει συχνά διαφορές μεταξύ των ημερήσιων, μηνιαίων ετήσιων κλπ τιμών της βροχής, θερμοκρασίας κλπ. και των αντίστοιχων μέσων τιμών τους. Οι διαφορές αυτές των καιρικών παραμέτρων μπορεί να είναι μία, δύο ή περισσότερες φορές μεγαλύτερες ή μικρότερες από το μέσο όρο.

Η διακύμανση του κλίματος οφείλεται στη μείωση ή αύξηση της ηλιακής ακτινοβολίας (θερμότητας) που δέχεται κάθε τόπος στον πλανήτη τις διάφορες εποχές. Η αυξομείωση της θερμότητας με τη σειρά της επιφέρει αλλαγές στις «κανονικές κατευθύνσεις των αερίων μαζών ή τις μπλοκάρει» και διαταράσσει τον καιρό και το κλίμα. Έτσι π.χ. μία περιοχή που κανονικά θα δεχόταν βροχές σε μία εποχή, με τη διατάραξη της κυκλοφορίας των αερίων μαζών απομακρύνονται και οι υδρατμοί της ατμόσφαιρας από αυτή και επικρατεί ξηρασία.

Προστίθεται ακόμα πως η μεταβολή της θερμότητας από τον ήλιο προς τη γη οφείλεται σε αιτίες που απορρέουν από τον ίδιο, καθώς και από την ατμόσφαιρα και την επιφάνεια της γης. Στην πρώτη κατηγορία υπάγεται η αύξηση ή ελάττωση του αριθμού των ηλιακών κηλίδων που λαμβάνουν τη μέγιστη τιμή κάθε 11 χρόνια περίπου και στη δεύτερη, η ρύπανση της ατμόσφαιρας, οι εκρήξεις ηφαιστείων, το γνωστό φαινόμενο EL NINO, οι εκτεταμένες αλλαγές χρήσεων γης όπως π.χ. οι καταστροφές των δασών από πυρκαγιές, η αποψίλωση αυτών, η απερήμωση, η αστικοποίηση, η ύπαρξη και το λιώσιμο πάγων και χιονιού, κλπ.  

Οι παραπάνω αιτίες εκδήλωσης ξηρασίας καθιστούν προφανώς πολύ δύσκολη την πρόγνωσή της και δίνουν βαρύνουσα σημασία στη λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση του κινδύνου εκδήλωσής της.
     
Η ξηρασία στην Ελλάδα

Table1.gif
Διαδοχή ξηρών  και υγρών ετών στην Αττική την περίοδο 1860-2005

Η Ελλάδα λόγω της γεωγραφικής της θέσης στον πλανήτη μας είναι επιρρεπής στην εκδήλωση συχνών ξηρασιών. Οι  πρώτες γραπτές πληροφορίες για την εκδήλωση ξηρασιών προέρχονται από κείμενα των αρχαίων ιστορικών μας. Στα κείμενα αυτά οι ξηρασίες συνήθως αναφέρονται ως σοβαρά εμπόδια στην εξέλιξη πολεμικών επιχειρήσεων. Αναφορές όμως για την εκδήλωση ξηρασιών στην Ελλάδα υπάρχουν επίσης και σε κείμενα όλων των μετέπειτα χρονικών περιόδων. ¶λλη έμμεση πληροφορία για την εκδήλωση ξηρασιών στη χώρα μας στο παρελθόν είναι οι δενδροχρονολογικές σειρές που έχουν καταρτισθεί από διάφορους κλιματολόγους και μετεωρολόγους.

Σε αντίθεση με τις παραπάνω έμμεσες πληροφορίες, ποσοτικές πληροφορίες για την εκδήλωση ξηρασιών στη χώρα μας έχουμε μόνο για τα τελευταία 40 –50 χρόνια που λειτουργούν διάφοροι βροχομετρικοί σταθμοί και μόνο για την Αθήνα τέτοια στοιχεία καλύπτουν την περίοδο από το 1860 μέχρι σήμερα. Στο διάγραμμα φαίνεται η κατανομή των 145 ετών σε ξηρά (καφέ) και υγρά (πράσινα) από δημοσιευμένα στοιχεία βροχής του Αστεροσκοπείου Αθηνών και του Ινστιτούτου μας.

Αναλυτικότερα, κάθε στήλη του διαγράμματος δείχνει πόσο μικρότερο ή μεγαλύτερο από το μέσο όρο (400 mm) σε μονάδες τυπικής απόκλισης (111 mm) είναι το ύψος βροχής του έτους που αντιπροσωπεύει.  Θεωρητικά από τα 145 έτη, τα 77 θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν ως ξηρά και τα 68 ως υγρά. Όμως είναι γνωστό πως μία χρονιά αρχίζει να θεωρείται ως ξηρή αν το ύψος βροχής της είναι μικρότερο από το μέσο όρο κατά 0.5 έως 0.7 τυπικές αποκλίσεις (τ.α.). Με την αύξηση της διαφοράς αυτής μία ξηρασία θεωρείται ως μέτρια (διαφορά 0.8-1.2 τ.α.), ως ισχυρή (διαφορά 1.3-1.5 τ.α.), ως πολύ ισχυρή (διαφορά 1.5-1.9 τ.α.) και ως εξαιρετικά ισχυρή (διαφορά μεγαλύτερη από  2 τ.α.).

Σύμφωνα με τα παραπάνω, από το διάγραμμα διαπιστώνεται πως τουλάχιστον η περιοχή της Αττικής κατά την περίοδο 1860 – 2005 επλήγη από 19 μέτριες ξηρασίες, 5 ισχυρές, 5 πολύ ισχυρές και 2 εξαιρετικά ισχυρές.  Σε παρόμοια συμπεράσματα θα καταλήγαμε βέβαια και για άλλες περιοχές της χώρας μας, αν ήταν διαθέσιμα βροχομετρικά στοιχεία πολλών ετών.

Οι ξηρασίες που αναφέρθηκαν εκδηλώθηκαν ανά ακαθόριστα έτη και δεν φαίνεται να είχαν κάποια περιοδικότητα.  Εξαίρεση αποτέλεσαν μόνο η διετής ξηρασία του 1989-90 και εκείνη του 2000 που συνέπεσαν με το μέγιστο αριθμό ηλιακών κηλίδων οι οποίες επηρεάζουν την ακτινοβολία προς τη γη.  Γι’ αυτό η σχέση εμφάνισης ξηρασίας και ηλιακών κηλίδων πρέπει να μας προβληματίζει ιδιαίτερα καθόσον από το 2007 όλο και περισσότερο θα αυξάνεται ο κίνδυνος εκδήλωσης μίας ισχυρής ξηρασίας στη χώρα μας.  Αλλά και χωρίς να περιμένουμε το maximum  των ηλιακών κηλίδων, είναι φανερό πως ο κίνδυνος αυτός θα αυξάνει συνεχώς και από άλλες αιτίες όσο θα αυξάνει ο αριθμός των υγρών ετών που διανύουμε.

Επομένως, είναι αναγκαία και επιβεβλημένη η λήψη μέτρων και η κατασκευή έργων για ορθολογική αντιμετώπιση του κινδύνου εκδήλωσης αυτού του ακραίου κλιματικού φαινομένου.
     
Διαχείριση της ξηρασίας

Τονίστηκε προηγούμενα πως οι ξηρασίες θεωρούνται σήμερα ως κανονικά χαρακτηριστικά της διακύμανσης του κλίματος. Επομένως ανεξάρτητα από την αλλαγή του ή όχι  από ανθρωπογενείς επιδράσεις, ξηρασίες θα εμφανιστούν αναπόφευκτα και στη χώρα μας στο μέλλον. Βέβαια μετά τις ισχυρές ξηρασίες του 1989-90 και του 2000, έγιναν μέχρι σήμερα πολλές ενέργειες σε επίπεδο προσφοράς και ζήτησης νερού για τη μείωση των επιπτώσεων από μελλοντική τους επανεμφάνιση.  Όμως ο σχεδιασμός αντιμετώπισης των επιπτώσεων ενός τέτοιου φαινομένου πρέπει να είναι διαρκής. Ο σχεδιασμός αυτός πρέπει να γίνεται βέβαια από διεπιστημονική ομάδα ειδικών και με ολιστική προοπτική αφού η ξηρασία είναι η συνισταμένη των αποτελεσμάτων της διατάραξης των μετεωρολογικών, υδρολογικών, αγροτικών και κοινωνικο-οικονομικών συνθηκών μιας περιοχής. Σύμφωνα με τα παραπάνω, από τη σκοπιά μας εκφράζονται περιληπτικά οι παρακάτω απόψεις ως συμβολή στην ορθολογική διαχείριση αυτού του ακραίου φαινομένου στον τόπο μας.

Διαχείριση της κρίσης της ξηρασίας (Crisis management)

Η αντιμετώπιση των δυσμενών επιπτώσεων από ξηρασία επιχειρείται συχνά με κατασταλτικά κυρίως μέτρα που λαμβάνονται μετά την εκδήλωσή του φαινομένου. Τέτοια μέτρα αφορούν πρωτίστως στην αύξηση της προσφοράς νερού, στη μείωση της ζήτησης και στην αποζημίωση των πληγέντων. Στην προκειμένη περίπτωση γίνεται δηλαδή διαχείριση της κρίσης της ξηρασίας. Τα μέτρα που αναφέρθηκαν διαρκούν τόσο όσο και η ξηρασία και τα αποτελέσματά τους δεν είναι κατά κανόνα ικανοποιητικά. Αυτό οφείλεται στην έλλειψη υποδομής για αντοχή των συστημάτων που πλήττονται από ξηρασία και στην ανετοιμότητα των διαχειριστών των φυσικών πόρων και των υδατικών συστημάτων να εκτιμήσουν εγκαίρως την ένταση, διάρκεια και την περιοχή επικράτησης της ξηρασίας.

Το χειρότερο όμως είναι πως πολλά από τα μέτρα και έργα που προτείνονται από τις κυβερνήσεις κατά τη διάρκεια της ξηρασίας, εγκαταλείπονται ημιτελή ή δεν κατασκευάζονται καθόλου μόλις αρχίσουν οι βροχοπτώσεις. Επιπλέον, οι επιπτώσεις της ξηρασίας ξεχνιούνται μέχρι να “χτυπήσει” η επόμενη με πιο δυσμενείς επιπτώσεις. Ο φαύλος αυτός κύκλος “διαχείρισης” της ξηρασίας απεικονίζεται με τον υδρο-παράλογο κύκλο της στο σχέδιο του κειμένου (παραλλαγή του σχεδίου από την National Drought Policy, Australia, 1990).

Διαχείριση του κινδύνου εκδήλωσης ξηρασίας (Risk management)

Η αναποτελεσματικότητα των μεθόδων διαχείρισης “της κρίσης της ξηρασίας” οδήγησε τις κυβερνήσεις πολλών χωρών και τους αρμόδιους φορείς τους “να σπάσουν τον υδρο-παράλογο κύκλο της ” και να τον προσαρμόσουν σε μέτρα και έργα που αφορούν το σχεδιασμό του κινδύνου εκδήλωσης ξηρασίας σε μια περιοχή παρά στη διαχείριση αυτής κατά την επικράτηση. Έτσι η σύνταξη σχεδίου και γενικότερα η χάραξη εθνικής πολιτικής και στρατηγικής αντιμετώπισης των ξηρασιών από κάθε χώρα επιρρεπή σε αυτές, θεωρείται σήμερα ως ενέργεια άμεσης προτεραιότητας.

Αναλυτικότερα, ως σχέδιο αντιμετώπισης των ξηρασιών χαρακτηρίζονται όλες οι ενέργειες και τα μέτρα που λαμβάνονται εκ των προτέρων από τα κέντρα λήψης των αποφάσεων, τη βιομηχανία αλλά και από τους πολίτες γενικότερα μιας χώρας, για τη μείωση των δυσμενών τους επιπτώσεων.

Ο τρόπος σύνταξης και εφαρμογής ενός τέτοιου σχεδίου προφανώς διαφέρει μερικώς από χώρα σε χώρα ανάλογα με τα κλιματικά της χαρακτηριστικά, την οικονομία, την κοινωνική της δομή, τους φυσικούς της πόρους κλπ.  Σε γενικές όμως γραμμές και σύμφωνα με τα συμπεράσματα διεθνών συνεδρίων και άλλων δημοσιεύσεων για το θέμα αυτό, μπορεί να περιλαμβάνει τα παρακάτω στάδια:

1. Τη συγκρότηση Τακτικής Επιτροπής από διεπιστημονική ομάδα ειδικών στις ξηρασίες για την επίβλεψη και το συντονισμό του σχεδίου, καθώς και το συντονισμό της πολιτικής μετά τη σύνταξη του σχεδίου και κατά τη διάρκεια εμφάνισης ξηρασιών.

2. Τη χάραξη πολιτικής για τις ξηρασίες και τον καθορισμό των αντικειμενικών στόχων του σχεδίου.

3. Την επίλυση των αντιπαραθέσεων μεταξύ ομάδων με περιβαλλοντικά και οικονομικά συμφέροντα.

4. Την καταγραφή των φυσικών πόρων, του ανθρώπινου δυναμικού και των οικονομικών και νομικών περιορισμών εφαρμογής του σχεδίου.

5. Τη σύνταξη των μεθόδων μείωσης των επιπτώσεων των ξηρασιών.

6. Τον καθορισμό θεμάτων για έρευνα.

7. Το συντονισμό νομοθετικών και πολιτικών θεμάτων.

8. Την εφαρμογή του σχεδίου ξηρασίας.

9. Τη σύνταξη προγραμμάτων εκπαίδευσης των πολιτών σχετικά με την αντιμετώπιση των ξηρασιών.

10. Την καθιέρωση διαδικασιών αξιολόγησης του σχεδίου.

Η αποδοχή όμως ενός τέτοιου σχεδίου σε μια χώρα, παρά την αναγκαιότητα και χρησιμότητά του, προσκρούει σε σημαντικό αριθμό δυσκολιών και κυρίως:

• Στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων των ξηρασιών για μακρό χρονικό διάστημα με περιστασιακά μέτρα ή μέτρα διαχείρισης της κρίσης.

• Στην αβεβαιότητα που επικρατεί ως προς το χρόνο εμφάνισης, αλλά και ως προς τα χαρακτηριστικά των μελλοντικών ξηρασιών.

• Στην έλλειψη συνήθως ενδιαφέροντος από τις κυβερνήσεις, τους πολίτες και τα ΜΜΕ για φαινόμενα που θα συμβούν στο μέλλον και

• Στην πιθανή παρανόηση των επιστημονικών απόψεων για τις ξηρασίες από τα κέντρα λήψης των αποφάσεων ή τα ΜΜΕ.

Οι  παραπάνω δυσκολίες αποδοχής και σύνταξης ενός τέτοιου σχεδίου υπάρχουν προφανώς και στη χώρα μας. Όμως, μπορούν να παρακαμφθούν αν ληφθεί υπόψη πως οι ξηρασίες πλήττουν το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού από κάθε άλλη φυσική καταστροφή, οι επιπτώσεις τους θα είναι πιο δυσμενείς στο μέλλον, το κόστος μείωσης αυτών είναι πολύ μεγαλύτερο από τη σύνταξη και λειτουργία του σχεδίου και επιπλέον υπάρχει όλη η βασική υποδομή και το επιστημονικό δυναμικό στην Ελλάδα για τη σύνταξή του. Επιπλέον υπάρχει η δυνατότητα ενσωμάτωσης ενός τέτοιου σχεδίου στο υπάρχον σχέδιο αντιμετώπισης των φυσικών καταστροφών ή σε ένα ευρύ σχέδιο διαχείρισης των υδατικών πόρων. Ακόμα υπενθυμίζεται πως η προστασία όχι μόνο από ξηρασίες αλλά και από κάθε φυσική καταστροφή, είναι ανάγκη και “αίτημα” των πολιτών της χώρας μας και ηθική υποχρέωση της κάθε κυβέρνησης και των αρμόδιων φορέων της. Τέλος προστίθεται πως η αντοχή μιας χώρας στους κινδύνους από φυσικές καταστροφές αποτελεί τον καθρέπτη οργάνωσης και ανάπτυξης αυτής. 
      
Πληροφορίες: Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων
& Τεχνολογίας Δασικών Προϊόντων,  Τέρμα Αλκμάνος, Ιλίσια, Αθήνα
Τηλ.: 210 7782125,  fax: 210 7784602
e-mail : 
mpag@fria.gr

foto_1.jpg
Ο διαρκής σχεδιασμός αντιμετώπισης των επιπτώσεων από μελλοντικές ξηρασίες μπορεί να μας αποτρέψει να βιώσουμε ξανά παρόμοια γεγονότα στον τόπο μας, (ΤΟ ΒΗΜΑ, 27/05/1990).

foto_2.jpg
Ο αδυσώπητος αγώνας επιβίωσης της χλωρίδας και πανίδας κατά την επικράτηση ισχυρής ξηρασίας, (ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 11/11/2000)

foto_3.jpg
Εκτεταμένες νεκρώσεις δέντρων στο ελατοδάσος του Πάρνωνα κατά τη ξηρασία του 2000 (Φωτ. δασολόγου Αθ. Αγγελόπουλου).

Link to comment
Μοιράσου το σε άλλες ιστοσελίδες

Ποιος είπε ότι οι ξηρασίες είναι καινούργιο φαινόμενο στη χώρα μας; Τουλάχιστον 15 πολύ ισχυρές ανομβρίες και ξηρασίες κι άλλες τόσες μικρότερης έντασης έχει ζήσει η Ελλάδα από τα χρόνια του Οθωνα έως σήμερα. Η χειρότερη από όλες δεν είναι η φετινή, ούτε καν εκείνη του ’89-90, αλλά του 1898, ενώ ακολουθούν οι ξηρασίες του 1891, του 1876…

 

Ανομβρες, ξηρές, καταστροφικές χρονιές, μεταξύ Οκτωβρίου και Ιανουαρίου, ζούμε συχνά στη χώρα μας, συνήθως έπειτα από βροχερές χρονιές και καταστροφικές πλημμύρες, όπως εκείνες της περασμένης πενταετίας με αποκορύφωμα το 2002. Μια μέτρια μονοετή ξηρασία έχουμε κάθε 5 χρόνια. Μια ισχυρή μονοετή ξηρασία κάθε 10 χρόνια και μια ισχυρή διετή ξηρασία κάθε 25 χρόνια.

Αυτά αποκαλύπτει μια ενδιαφέρουσα μελέτη του Ινστιτούτου Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων και Τεχνολογίας Δασικών Προϊόντων. Μετεωρολογικές μετρήσεις και στατιστικά στοιχεία του Αστεροσκοπείου Αθηνών στο οποίο υπάρχουν καταγραφές των ετήσιων βροχοπτώσεων από το 1860 ώς σήμερα, αλλά και μετρήσεις του Ινστιτούτου Δασικών Ερευνών που επεξεργάστηκαν ερευνητές του, δείχνουν ότι η Ελλάδα εισήλθε σε μια νέα περίοδο ανομβρίας – ξηρασίας. Πόσο θα κρατήσει, άγνωστο. Τι την προκαλεί; Πόσο συμβάλλει το φαινόμενο του θερμοκηπίου και οι μεταβολές που αυτό προκαλεί σε διάφορες περιοχές του πλανήτη;

Οι περίοδοι ανομβρίας – ξηρασίας που ορισμένοι επιστήμονες θέλουν σήμερα να χαρακτηρίζουν πρωτοφανείς, έχουν παρελθόν. Ειδικά για τις περιόδους ξηρασίας, όπως έδειξαν πρόσφατες δενδροχρονολογήσεις σε ρόμπολα της Πίνδου και του Ολύμπου, πολύ μεγάλες ανομβρίες εκδηλώθηκαν στη χώρα μας και τους προηγούμενους αιώνες.

 

Τα ξηρά αυτά χρόνια είχαν πάντοτε σοβαρότατες οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Αντίστοιχες ήταν ορισμένες χρονιές οι συνέπειες των έντονων βροχοπτώσεων, με τη συχνότητά τους τα τελευταία 15 χρόνια να αποδίδεται κι αυτή στις κλιματικές αλλαγές λόγω του φαινομένου του θερμοκηπίου.

Την πενταετία 2001-2006 εκδηλώθηκαν πάντως πολλές και ισχυρές πλημμύρες. Οι τελευταίες από αυτές έπληξαν τους νομούς Θεσσαλονίκης, Χαλκιδικής, Μαγνησίας, Αττικής, Αργολίδας, Μεσσηνίας, Χανίων, Ηρακλείου το πρώτο 20ήμερο του Οκτωβρίου 2006. Στη Θεσσαλονίκη και τη Χαλκιδική το ύψος βροχής μέσα σε διάστημα λίγων ημερών ξεπέρασε τον ετήσιο μέσο όρο για να ακολουθήσει μια μη αναμενόμενη, «αφύσικη», δραματική μεταβολή του καιρού, με αποκορύφωμα την ξηρασία του περασμένου Ιανουαρίου, κατά τον οποίο η θερμοκρασία ανέβηκε 4-5 βαθμούς πάνω από τα κανονικά επίπεδα, «τρελαίνοντας» στην κυριολεξία τη χλωρίδα και την πανίδα της χώρας.

«Οι πλημμύρες διαδέχονται ξηρασίες και τις ξηρασίες πλημμύρες» υπογραμμίζουν χαρακτηριστικά στην εργασία τους οι ερευνητές του Εθνικού Ιδρύματος Αγροτικής Ερευνας δρ Γεωρ. Μπαλούτσος, Αθαν. Μπουρλέτσικας και η δρ Βασιλική Γκούμα, «και αυτήν την εναλλαγή επηρεάζουν πολλοί παράγοντες δημιουργώντας απρόσμενες καιρικές καταστάσεις, συχνά εκτός τόπου και χρόνου».

Αδυναμία προετοιμασίας

 

Το θέμα της εναλλαγής των καιρικών φαινομένων στην εποχή μας περιπλέκεται ακόμα περισσότερο αφού αδυνατούμε -προσθέτουν- να διαπιστώσουμε πόσο η συχνότητα και η ένταση αυτών οφείλονται στη φυσική διακύμανση του καιρού και του κλίματος και πόσο στη «διείσδυση του ανθρώπου στους χώρους ανάπτυξης και δράσης καιρικών φαινομένων και κυρίως στην ατμόσφαιρα».

Για εκείνο όμως που δεν υπάρχει καμία αμφιβολία είναι η… αδυναμία προετοιμασίας της χώρας μας απέναντι σ’ αυτές τις εναλλαγές ξηρασίας και πλημμυρών. Η εκδήλωση μιας ακόμη ξηρασίας στη χώρα μας, ακόμη κι αν οι μετεωρολογικοί παράμετροί της είναι ολόιδιοι με μια ξηρασία της δεκαετίας του ’80 θα έχει σήμερα οπωσδήποτε μεγαλύτερες κοινωνικοοικονομικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις. «Επομένως, τονίζει ο κ Γ. Μπαλούτσος, χρειαζόμαστε μέτρα ορθολογικής διαχείρισης των υδατικών πόρων κατά την περίοδο των βροχοπτώσεων, που θα ελαφρύνουν τις συνέπειες των ξηρών ετών. Απαραίτητα έργα που θα συγκεντρώνουν νερά τον χειμώνα, έργα που θα αποτρέπουν να χάνεται το νερό στη θάλασσα. Το αέναο κύκλο ξηρασίας-πλημμύρας πολύ σοφά η λαϊκή ρήση τον αποδίδει με το «έχει ο καιρός γυρίσματα» και γι’ αυτά τα γυρίσματα πρέπει να σχεδιάσουμε και να δράσουμε».

Link to comment
Μοιράσου το σε άλλες ιστοσελίδες

Create an account or sign in to comment

You need to be a member in order to leave a comment

Create an account

Sign up for a new account in our community. It's easy!

Register a new account

Σύνδεση

Έχετε ήδη λογαριασμό? Συνδεθείτε εδώ.

Sign In Now


×
×
  • Δημιουργία νέου...